Πεσκάρα

Πεσκάρα
(Pescara). Πόλη της Ιταλίας στην Αδριατική, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας των Αβρουζίων, κοντά στις εκβολές του ομώνυμου ποταμού. Πόλη με μοντέρνα άποψη, η Π. είναι κέντρο αλιευτικό, εμπορικό, βιομηχανικό και τουριστικό, με μεγάλο και βαθύ λιμάνι. Διαθέτει ναυπηγεία και ανεπτυγμένες βιομηχανίες, όπως μηχανουργίες, μεταλλουργίες και εργοστάσια παραγωγής ξυλείας, υφασμάτων και τροφίμων. Είναι σιδηροδρομικός σταθμός της γραμμής Μπολόνια-Λέτσε και αφετηρία της διαδρομής Π.-Ρώμη. Τα μεγαλύτερα δημόσια κτίρια είναι των Τσ. Μπατζάνι και Β. Πιλότι, σώζονται δε στην περιοχή ενδιαφέροντα αγάλματα του 13ου αι., η μονή του Αγίου Κλήμη, που κτίστηκε από τον Λουδοβίκο B΄ και ανακαινίστηκε τον 12o αι. Η ομώνυμη επαρχία έχει έκταση 1224,8 τ. χλμ. και πληθυσμό που ξεπερνά τους 297.000 κατ. Δημιουργήθηκε το 1927 και περιλαμβάνει μεγάλο μέρος του κόλπου του ποταμού Π. και τον κόλπο του Τάβο-Σαλίνε. Στην περιοχή καλλιεργούνται αμπέλια, ελιές, λαχανικά και πατάτες, εξάγονται δε και αρκετά ορυκτά (αλουμίνιο, βωξίτης, άσφαλτος, βιτουμένιο και πετρέλαιο).Ιστορία. Πρόκειται για την αρχαία πόλη Άτερνον, που βρισκόταν στις εκβολές του ομώνυμου ποταμού. Καταστράφηκε από τις επιδρομές των βαρβάρων και των Λογγοβάρδων, άκμασε όμως και πάλι το Μεσαίωνα με το όνομα Πισκαρία. Απέκτησε σπουδαιότητα για το φρούριο της που ο Όθων Δ΄ κατάστρεψε (1209) και ο Λαδίσλαος A΄ της Νεάπολης ανοικοδόμησε (1409). Το 1566 αντιμετώπισε με επιτυχία 105 πολεμικά πλοία του τουρκικού στόλου, το 1707 αντιστάθηκε με γενναιότητα στους Αυστριακούς και το 1734 αμύνθηκε για δυο μήνες στην πολιορκία του Κάρολου των Βουρβώνων. Είναι η πατρίδα του ποιητή Ντ’ Ανούντσο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Αβρούζια — (Abruzzo).Ιστορική περιοχή και διοικητική υποδιαίρεση (10.798 τ. χλμ., 1.244.226 κάτ. το 2000) της κεντρικοανατολικής Ιταλίας. Στο ΒΑ της μέρος βρέχεται από την Αδριατική και οι ακτές της είναι χαμηλές και αλίμενες. Πρωτεύουσά της είναι η Ακουίλα …   Dictionary of Greek

  • νεολιθική εποχή — Η περίοδος της προϊστορίας από το 7000 π.Χ. έως περίπου το 2000 π.Χ., κατά τη διάρκεια της οποίας ο άνθρωπος, περνώντας από το θηρευτικό στο γεωργικό στάδιο, θεμελίωσε αργά και μεθοδικά τον πολιτικό του βίο πάνω στη νέα παραγωγική οικονομία και… …   Dictionary of Greek

  • κολόνα — I Οικισμός (35 κάτ.) της Σάμου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πυθαγορείου του νομού Σάμου. II (Colonna). Επώνυμο οικογένειας Ιταλών φεουδαρχών, ευγενών και λογίων, από τη Ρώμη. Οι Κ. απέκτησαν πλούτο και δύναμη και επηρέαζαν αποφασιστικά την… …   Dictionary of Greek

  • Αδριατική θάλασσα — Θαλάσσιο τμήμα (περ. 132.000 τ. χλμ.) της Μεσογείου μεταξύ της Ιταλικής χερσονήσου στα Δ και της Βαλκανικής χερσονήσου στα Α. Βρέχει την Ιταλία, τη Σλοβενία, την Κροατία, τη Γιουγκοσλαβία και την Αλβανία και καταλαμβάνει την κοιλότητα μεταξύ δύο… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλίας, Ιερά Μητρόπολη και Εξαρχία Νότιας Ευρώπης — Μητρόπολη με έδρα τη Βενετία, όπου υπάρχει κοινότητα ορθοδόξων Ελλήνων από το 1498. Ιδρύθηκε το 1991 με πατριαρχικό και συνοδικό τόμο και αναγνωρίστηκε από το ιταλικό κράτος ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, με προεδρικό διάταγμα στις 16… …   Dictionary of Greek

  • Μάγερ, Κόνραντ Φέρντιναντ — (Konrad Ferdinand Meyer, Ζυρίχη 1825 – Κίλχμπεργκ 1898). Ελβετός γερμανόφωνος συγγραφέας. Καταγόμενος από εύπορη οικογένεια, διέκοψε τις νομικές σπουδές του για να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη λογοτεχνία και στην ιστορία. Έπειτα από μερικά ταξίδια… …   Dictionary of Greek

  • Ντ’ Ανούντσιο, Γκαμπριέλε — (Gabriele D’Annunzio, Πεσκάρα 1863 – Γκαρντόνε Ριβιέρα, Μπρέσια 1938). Ιταλός ποιητής και συγγραφέας. Το 1879 δημοσίευσε ένα μικρό βιβλίο Primo vere καρντουτσιανής μίμησης και το 1881 εγκαταστάθηκε στη Ρώμη, όπου γρήγορα έγινε ο πρωταγωνιστής της …   Dictionary of Greek

  • Σφόρτσα — (Sforza). Ονομαστή ιταλική οικογένεια, πολλά μέλη της οποίας διετέλεσαν δούκες του Μιλάνου. 1. Μούτσιο ή Τζιάκομο Ατέντολο. Μισθοφόρος (1369 1424). Διακρίθηκε στη διάρκεια της άμυνας της Περούτζια, εναντίον του δούκα του Μιλάνου Ιωάννη Γκαλεάτσο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”